Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2009

Συνώνυμα

ΠΡΟΟΙΜΙΟ


Κάθε άνθρωπος νιώθει υπερήφανος για την γλώσσα του, για την ιστορία του, για τον πολιτισμό του. Η ιστορική γνώση και η συνεχής επιστημονική αναζήτηση των γλωσσικών δεδομένων και ιδιαιτεροτήτων ενός λαού αποτελούν αναμφίβολα μία επιτυχή σύζευξη για τη βαθύτερη κατανόηση της εξελικτικής του πορείας. Ο συσσωρευμένος πλούτος της ελληνικής γλώσσας αποκτά ιδιαίτερη αξία στη σημερινή εποχή, γιατί καθρεφτίζει την ιστορική πορεία του λαού μας αλλά και τη δυναμική που πάντοτε μας διέκρινε στο να δημιουργούμε το νέο, να συνθέτουμε το υπάρχον και να αφομοιώνουμε το ξένο. Είναι, λοιπόν, υποχρέωσή μας αυτόν τον πλούτο να μην τον αφήσουμε ανεκμετάλλευτο. Η ετυμολογική αναζήτηση και καταγραφή, η εννοιολογική προσέγγιση και ανάδειξη, η έρευνα της φωνολογικής και μορφολογικής εξέλιξης των λέξεων, η εμπεριστατωμένη μελέτη της γραμματικής και του συντακτικού στο σύνολο της γλώσσας, συνθέτουν τομείς δράσης για ουσιαστική επεξεργασία και παραπέρα πρόοδο του γλωσσικού μας πολιτισμού. Λεξικολογία και λεξικογραφία βαδίζουν παράλληλα στον τομέα της γλωσσολογίας οικοδομώντας ένα σύγχρονο πεδίο έρευνας αλλά και άσκησης των γλωσσικών δυνατοτήτων μας.
Κάθε λεξικογραφική πρωτοβουλία εντάσσεται στην αδιάλειπτη έρευνα για εμπλουτισμό και αποσαφήνιση του λεκτικού πεδίου των μελών μιας κοινωνίας με κοινά γλωσσικά γνωρίσματα. Η δημιουργία ενός θεματικού, ή καλύτερα, ειδικού λεξικού στηρίζεται στη συναγωγή λημμάτων με σαφή προσδιορισμό την επιλεκτική άντληση λεκτικών στοιχείων μέσα από ένα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο πλήθος αυτόνομων λέξεων. Με βάση αυτή τη μεθοδολογική αρχή εμφανίζεται, συνήθως, ένα λεξικό συνωνύμων λέξεων σ’ οποιαδήποτε γλώσσα κι αν θελήσουμε να το αναζητήσουμε. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο αναζήτησης το λεξικό των συνωνύμων που παρουσιάζω φιλοδοξεί να εμπλουτίσει και να αναβαθμίσει το λόγο.
Συνώνυμα ή συνώνυμες λέξεις λέγονται οι λέξεις που αν και είναι διαφορετικές αναμεταξύ τους έχουν περίπου την ίδια σημασία. Σημασιολογικά λοιπόν δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζονται απόλυτα, φανερώνουν όμως περίπου το ίδιο, ανεξάρτητα της κυριολεκτικής ή μεταφορικής τους χρήσης στο λόγο. Σ’ ένα τέτοιο λεξικό οι λέξεις αποκτούν ιδιαίτερη αξία, αφού η κάθε μία από μόνη της ερμηνεύει, επεξηγεί, διαφωτίζει, αποσαφηνίζει, διευκρινίζει, καθιστά σαφές το βασικό λήμμα.
Συνώνυμες λέξεις συναντούμε σε όλους τους χρόνους και σε όλες τις γλώσσες. Το ίδιο βέβαια συμβαίνει και με την ελληνική γλώσσα σε όλα τα στάδια της εξέλιξής της όπως εμφανίζονται στον παρακάτω πίνακα.

Αρχαία ελληνική 1500 π.Χ. [ανάγνωση γραμμικής γραφής Β΄σε πινακίδες της Κνωσού] ή 720 π.Χ. [με βάση το κείμενο της αρχαιότερης ελληνικής επιγραφής στην οινοχόη του Διπύλου] - 323 π.Χ
Ελληνιστική Κοινή 323 π.Χ - 330 μ.Χ.
Μεσαιωνική ελληνική 330 μ.Χ. - 1453 μ.Χ.
I. πρώιμη βυζαντινή
II. βυζαντινή
III. μεταβυζαντινή 330 μ.Χ. – 600 μ.Χ.
600 μ.Χ. – 1200 μ.Χ.
1200 μ.Χ. – 1453 μ.Χ.
Νεοελληνική 1453 μ.Χ. έως και σήμερα

Με τη χρήση των συνωνύμων λέξεων αυξάνει ο λεξιλογικός πλούτος κάθε χρήστη της γλώσσας. Όσο πιο πλούσιο είναι το λεξιλόγιο, τόσο πιο πλούσιος γίνεται ο λόγος και τόσο περισσότερες δυνατότητες έχει για να εκφράσει ο κάθε άνθρωπος την πολυπλοκότητα των σχέσεων, των καταστάσεων ή των δημιουργημάτων του.
Στην περίπτωση του επιστήμονα – ερευνητή η ύπαρξη διαφόρων όρων για την απόδοση μιας συγκεκριμένης έννοιας είναι θεμιτή έως ότου η ίδια η ζωή καθιερώσει το έναν ή τον άλλο όρο. Διόλου όμως απίθανο να «επιβιώσουν» και να αποκτήσουν διαχρονική αξία περισσότεροι του ενός όροι εάν ο χρόνος τους διαφοροποιήσει σημασιολογικά, έτσι ώστε να προσεγγίζουν τη συγκεκριμένη έννοια από μιαν άλλη οπτική γωνία.
Όμως και ο καθημερινός λόγος του κάθε πολίτη αποκτά σπάνια ομορφιά, όταν αυτός διανθίζει τη σκέψη και τα επιχειρήματά του με λέξεις που πιστοποιούν την ακρίβεια των λεγομένων του. Οι συνώνυμες λέξεις αποκτούν ιδιαίτερη αξία, γιατί με την παρουσία τους στο λόγο αποφεύγεται η συχνή επανάληψη των ίδιων λέξεων, φαινόμενο πληκτικό και μονότονο στη διαδικασία της επικοινωνίας.
Σίγουρα ο αριθμός των λέξεων που χρησιμοποιεί ο σημερινός Έλληνας είναι μικρός σε σχέση με τον όγκο των λημμάτων που θα συναντήσει κανείς σε ένα τέτοιο λεξικό. Είναι όμως πολύ λογικό να συμβαίνει αυτό ακόμα και σ’ έναν πολίτη με ικανοποιητική παιδεία, γιατί οι καθημερινές του ανάγκες ή οι συνθήκες του περιβάλλοντος στο οποίο δημιουργεί δεν απαιτούν ευρύ λεξιλογικό πεδίο. απαιτούν εξειδικευμένο πεδίο που στερείται της ποιητικής ομορφιάς. Είναι, επίσης, πολύ λογικό ο κάθε χρήστης να μη μπορεί πνευματικά να συγκρατήσει τον τεράστιο γλωσσικό μας πλούτο. Η καθημερινή λοιπόν αναγκαιότητα, για ολοκληρωμένη και
καλύτερη διατύπωση της σκέψης, επιβάλλει ποικιλία συγγραφικών εργασιών με μεθοδολογικές επιλογές που να συνδράμουν το μέσο πολίτη στην υλοποίηση των προσπαθειών του. Το λεξικό των συνωνύμων λέξεων θέλει να συμβάλλει σ’ αυτόν τομέα, βγάζοντας από το αδιέξοδο και οδηγώντας τον αναγνώστη σε γρήγορες και ικανοποιητικές λύσεις.
Το λεξικό αυτό περιλαμβάνει λέξεις οι οποίες προέρχονται ως επί το πλείστον από τις εξής κατηγορίες:

Α) από το σχηματισμό νεότερων λέξεων με όμοια περίπου σημασία με τις παλαιότερες π.χ.:
α) υποπτεύομαι και υποψιάζομαι, β) παλίνδρομος, -η, -ο(ν) και περιοδικός, επανερχόμενος, γ) αγλαός, -ή, -ό, και αστραφτερός, δ) αδολεσχία και αερολογία, κενολογία, περιττολογία, βερμπαλισμός, ε) άρκτος και αρκούδα [μσν.].

Β) από τη σημασιολογική μετακίνηση και τη σύμπτωση της νέας σημασίας προς την έννοια άλλης ή άλλων λέξεων π.χ. α) βούλομαι και θέλω, β) νομίζω και θαρρώ, γ) λαθεύω και μπερδεύω, δ) εσθίω και τρώγω, ε) ενέχω [= κρατώ, αρχ.] και περιέχω ή εμπεριέχω, ε) σκαλώνω και 1. αγκιστρώνομαι, 2. (μτφ.) σκοντάφτω.

Γ) από τη συγγενική σημασιολογικά προσέγγιση του βασικού λήμματος με άλλες λέξεις π.χ. α) κιούγκι και υδροσωλήνας, αγωγός, οχετός, β) κορβανάς και ταμείο, κάσα, χρηματοκιβώτιο, θησαυροφυλάκιο, γ) κάθισμα και καρέκλα, πολυθρόνα, σκαμνί.

Δ) από την απόλυτη σημασιολογική ταύτιση του βασικού λήμματος με τις συνώνυμές του δηλ. τις ταυτόσημες λέξεις ή ταυτόσημα π.χ. κόκορας και πετεινός ή αλέκτωρ, όρνιθα και κότα, ύδωρ και νερό, άλογο και ίππος, [ποιητ. τ.] άτι, φλαμούρι και τίλιο.

Ε) από την αποδοχή και επίσημη ένταξη ξένων - δάνειων λέξεων με όμοια περίπου σημασία προς τις πρωτότυπες λέξεις, π.χ. βοσκός και τσομπάνης, φιλάργυρος και τσιγκούνης, λατομείο και νταμάρι, επόπτης γραμμών και λάινσμαν, σανίδωμα και παρκέ, χειροπάλη και μπραντεφέρ.

Υπάρχουν βέβαια λέξεις που όσο κι αν ψάξει κανείς είναι αδύνατον να βρει συνώνυμές τους όπως λ.χ. εφορεία, άζωτο, εκδότης, πρεσβυωπία, κιθάρα, ποδήλατο, αζιμούθιο, κ.ά. Αντίθετα, υπάρχουν άλλες που εκτός της κυριολεκτικής τους διάστασης παρουσιάζουν πολλαπλές εννοιολογικές εκδοχές δικαιολογώντας τις περισσότερες φορές και συνώνυμες λέξεις π.χ.

ανατολή, • 1. αυγή, χάραμα, λυκαυγές, λυκόφως, φέξη, 2. (συνεκδ.) ξημέρωμα, 3. (περιληπτ.) οι ανατολικές χώρες, οι χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, το λεγόμενο «ανατολικό μπλοκ», ο ανατολικός στρατιωτικός συνασπισμός, δηλ. το «Σύμφωνο της Βαρσοβίας».
ανεγείρω, • 1. θεμελιώνω, οικοδομώ, κτίζω, αναστηλώνω, 2. ορθώνω, εγείρω, ανορθώνω, στήνω, υψώνω, 3. αφυπνίζω, 4. (μτφ.) εμψυχώνω, ενθουσιάζω, αναπτερώνω, ζωογονώ.
ανεπαρκής, -ής, -ές, • 1. ελλιπής, λειψός, 2. (μτφ.) ανάξιος, ανίκανος, αδέξιος, 3. μειονεκτικός, αναποτελεσματικός.
εισβολή, η, • 1. (στρατ.) έφοδος [σε ξένη χώρα], επίθεση, εφόρμηση, 2. (μτφ.) ξεφύτρωμα.
εκδίδω, • 1. δημοσιεύω, κυκλοφορώ, 2. (για νομίσμ.) κόβω, 3. (για έγγραφα) βγάζω, 4. προάγω, 5. (μέσ.-εκδίδομαι) εκπορνεύομαι, πουλιέμαι, 6. (νομ.) παραδίδω [καταζητούμενο].
κανόνι, το, • 1. (στρατ.) α) πυροβόλο, τηλεβόλο, β) κανονιά, ομοβροντία, κανονιοβολισμός, 2. (μτφ.) α) οικονομική χρεοκοπία, β) απόρριψη μαθητή, γ) έξυπνος, άριστος, ο πολύ καλός μαθητής.
μαούνα, η, • 1. (ναυτ.) φορτηγίδα, 2. (μτφ.) δυσκίνητη [γυναίκα].
νούμερο, το, • 1. (μαθημ.) αριθμός, ψηφίο, 2. (για ρούχα) μέγεθος, 3. (θέατρ.) αυτοτελής σκηνή, πράξη, σκηνή, ρόλος, ατραξιόν, κλου, 4. (μτφ.) γελοίος, γελοίο υποκείμενο, καραγκιόζης, ρεζίλης

Όταν πολλές από τις συνώνυμες λέξεις περιθωριοποιούνται από τους λογοτέχνες, από τους δασκάλους, από την καθημερινή συναναστροφή του κόσμου άλλοτε γιατί αποτελούν κομμάτια ξεχασμένων εικόνων κι άλλοτε γιατί αποτελούν τον κώδικα επικοινωνίας μιας ελιτίστικης ομάδας μοιραία παύουν να υπάρχουν και να καταγράφονται σε νέες λεξικογραφικές εργασίες. Με την ίδια, περίπου, λογική ο ελληνισμός προσπάθησε να αποβάλει από το γλωσσικό του κορμό λέξεις, για παράδειγμα τούρκικες, για πολλούς και διαφόρους λόγους. Ίσως αυτές να υπάρχουν στα χείλη κάποιων παλαιοτέρων που αντιστέκονται στο χρόνο, καθαρά συναισθηματικά. Είναι βέβαιο, όμως, πως στο μέλλον μόνο μέσα από το λεξικό της τουρκικής γλώσσας θα μπορούμε να τις ερμηνεύουμε όταν θα τις συναντούμε σε κάποιο γραπτό κείμενο, π.χ.

αβάζος, ο, • 1. βροντόλαλος, βροντόφωνος, 2. φωνακλάς, αγριόφωνος.
αζάτης, ο, • άταχτος, απείθαρχος, ζόρικος.
αντέτι, το, • άγραφτος νόμος, παράδοση, θεσμός, συνήθειο, ζακόνι.
ασλάνι, το, • 1. λιοντάρι, 2. (μτφ.) παλληκάρι, ρωμαλέος, υγιής [άνθρωπος].
βεζ(ι)νές και βεζενές, ο, • (φυσ.) ζυγός [ακριβείας], παλάντζα, μπαλάντσα.
γαζέπι και γκαζέπι, το, • κακοτυχία, αναποδιά, δυστυχία.
γιαπράκι, το, • (μαγειρ.) ντολμάς, σαρμάς.
γιαρένης, ο, • (κοινωνιολ.) 1. α) σύζυγος, β) εραστής, γ) σύντροφος, 2. (μτφ.) συνοδοιπόρος, συνεπιβάτης.
γκεβεζές, ο, • 1. φλύαρος, πολυλογάς, μωρολόγος, περιττολόγος, 2. αστείος, αστειολόγος, χωρατατζής, καλαμπουρτζής, πλακατζής, ευθυμολόγος, ευτράπελος, φαιδρός, κωμικός, γελοίος.
ζαΐμης, ο, • 1. (επάγγ.) εισπράκτορας, 2. (ιστορ.) γαιοκτήμονας [επί τουρκοκρατίας].
ζαΐφης, ο, • καχεκτικός, φιλάσθενος, ασθενικός, ζαγανιάρης, ισχνός, ανίσχυρος, άρρωστος.
κερχανάς, ο, • 1. μαγαζί, κατάστημα, εργοστάσιο, βιομηχανία, 2. (μτφ.) πορνείο, χαμαιτυπείο, οίκος ανοχής, κακόφημος οίκος.
Και πολλές άλλες λέξεις.
Στη συγκεκριμένη εργασία η εύρεση των συνωνύμων λέξεων βασίστηκε όχι μόνο στα σημερινά γνωστικά δεδομένα αλλά και στους θησαυρούς τους παρελθόντος που κοσμούν την ελληνική γραμματεία. Η καταγραφή των συνωνύμων αναγκαστικά περιορίστηκε για το κάθε λήμμα μόνο στις εννοιολογικές εκείνες εκδοχές που επιτρέπουν την ύπαρξη τους π.χ.:

Εννοιολογική καταγραφή
[από το «λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας» του Χ.Παπακυριακού, εκδόσεις Κωστόγιαννος]
άβακας, ο, ουσ. • 1. όργανο για την πραγματοποίηση αριθμητικών πράξεων, 2. επίπεδη επιφάνεια κατάλληλη για γραφή, ΣΥΝΩΝ. πλάκα, 3. (αρχιτ.) τετράγωνη πλάκα που βρίσκεται στο ανώτερο σημείο του κιονόκρανου.
Συνώνυμα
άβακας, ο, • πλάκα, πινακίδα υπολογισμού.

Εννοιολογική καταγραφή
αγγαρεία, η, ουσ. • 1. καταναγκαστική εργασία, 2. βαριά στρατιωτική εργασία, 3. (γεν.) κάθε εργασία που γίνεται χωρίς θέληση, χωρίς ενδιαφέρον, 4. (νομ.) όρος του διεθνούς δικαίου που δηλώνει επίταξη πλοίου.
Συνώνυμα
αγγαρεία και αγγαρειά, η, • 1. αγγάρεμα, καταναγκασμός, δουλεία, 2. χαμαλίκι, χοντροδουλειά.

Εννοιολογική καταγραφή
ελαστικός, -ή, -ό, επίθ. • 1. (φυσ.) αυτός που έχει τη δυνατότητα να εκτείνεται ή να μεταβάλλει το σχήμα του και στη συνέχεια να επανέρχεται στην αρχική του θέση, 2. (μτφ.) α) αυτός που δεν έχει σταθερές αρχές, που εύκολα μεταβάλλει τα συναισθήματα και τις αντιλήψεις του, β) αυτός που δεν είναι αυστηρός, 3. αυτός που διακρίνεται για την ευλυγισία και ευκινησία του, 4. (το ουδ. ως ουσ. - ελαστικό) α) το γνωστό καουτσούκ, β) (πληθ.) τα λάστιχα των τροχών του οχήματος.
Συνώνυμα
ελαστικός, -ή, -ό, • 1. εύκαμπτος, ευλύγιστος, εύπλαστος, λυγερός, 2. (μτφ. - ως χαρακτηρισμός για πρόσωπα) μαλακός, ήπιος, υποτονικός, 3. (το ουδ. ως ουσ. ελαστικό) α) καουτσούκ, κόμμι, λάστιχο, β) (πληθ.) τα λάστιχα [των αυτοκινήτων].

Ίσως για εκείνους που αρέσκονται στη δύναμη των αριθμών αξία έχει και η αρίθμηση των λημμάτων του κάθε αρχείου ή και ο συνολικός αριθμός των συνωνύμων λέξεων που ενσωματώνονται στην εργασία αυτή. Οι επιλογές που μπορεί να κάνει κάποιος είναι ζήτημα προσωπικής φαντασίας και επιστημονικής ανησυχίας.





Ονομασία αρχείου Βασικά λήμματα Ονομασία αρχείου Βασικά λήμματα Ονομασία αρχείου Βασικά λήμματα

Άλφα 4.774 Γιώτα 350 Ρο 499
Βήτα 939 Κάπα 3.370 Σίγμα 2.467
Γάμα 1.061 Λάμδα 746 Ταυ 933
Δέλτα 1.349 Μι 2.057 Ύψιλον 482
Έψιλον 2.742 Νι 671 Φι 671
Ζήτα 355 Ξι 644 Χι 666
Ήτα 215 Όμικρον 815 Ψι 226
Θήτα 447 Πι 3.121 Ωμέγα 88

ΣΥΝΟΛΟ 24 Αρχείων 29.697

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

Κάθε άτομο έχει το δικό του τρόπο αφομοίωσης της γνώσης. Το γράφημα, δηλαδή η γραφική παράσταση γενικότερα, δημιουργεί το σχεδιαστικό εκείνο περιβάλλον εντός του οποίου τα δεδομένα θα πάρουν μία συγκεκριμένη θέση και θα μορφοποιήσουν με τον τρόπο τους το σύνολο της σκέψης. Με το γράφημα, μπορεί κανείς να αντιληφθεί, ευκολότερα από οποιονδήποτε άλλο τρόπο, τις ιδιαιτερότητες του θέματος αλλά και το μέγεθος του περιεχομένου με το οποίο ασχολείται.
Οι πίνακες που ακολουθούν στηρίζονται στον παραπάνω πίνακα, δηλαδή στα μεγέθη των αρχείων και στους αριθμούς των λημμάτων εκείνων της γλώσσας μας που μπορούν να εμφανίζουν έστω και ένα συνώνυμο. Εξίσου όμως σημαντικός είναι και ο αριθμός των συνωνύμων λέξεων που πλαισιώνει τα λήμματα αυτά. Είναι βέβαια πολύ λογικό τα τραβούν την προσοχή μας τα γράμματα εκείνα με το μεγαλύτερο πλήθος λημμάτων και φυσικά με το μεγαλύτερο πλήθος συνωνύμων λέξεων.

1 σχόλιο:

  1. titanium max. - TITanium Art | TITADIUM-ART | TITADIUM-ART
    TITADIUM-ART. TITACOR. TITACOR. TITACOR. TITACOR. TITACOR. TITACOR. TITACOR. TITACOR. TITACOR. TITACOR. titanium aftershokz TITACOR. edc titanium TITACOR. titanium density TITACOR. TITACOR. TITACOR. ceramic vs titanium flat iron TITACOR. TITACOR. titanium block

    ΑπάντησηΔιαγραφή